obligate$54266$ - translation to ισπανικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

obligate$54266$ - translation to ισπανικά

MICROORGANISM
Obligate anaerobic; Obligate anaerobic organisms

obligate      
v. obligar
obligate         
Obligarotye
(v.) = obligar
Ex: As a result they were obligated to remain generally uninvolved in the patron's efforts to make a decision.
obligate         
Obligarotye
obligar [Verb]

Ορισμός

obligate
¦ verb
1. compel (someone) to undertake a legal or moral duty.
2. US commit (assets) as security.
¦ adjective Biology restricted to a particular function or mode of life: an obligate parasite.
Derivatives
obligator noun
Origin
ME (as adjective in the sense 'bound by the law'): from L. obligat-, obligare (see oblige).

Βικιπαίδεια

Obligate anaerobe

Obligate anaerobes are microorganisms killed by normal atmospheric concentrations of oxygen (20.95% O2). Oxygen tolerance varies between species, with some species capable of surviving in up to 8% oxygen, while others lose viability in environments with an oxygen concentration greater than 0.5%.